Η ιστοσελίδα έχει σκοπό την ανάδειξη της φυσικής ομορφιάς του χωριού μας και παράλληλα να φέρει πιο κοντά τους ανθρώπους του, φιλοδοξεί να ενώσει όλες τις "φωνές" , να αναδείξει το χωριό και την ιστορία του καθώς και μερικά από τα τρέχοντα προβλήματα του

Παρασκευή 6 Απριλίου 2018

ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΝΝΑ ΗΛΕΙΑΣ

Ευχόμαστε  το Άγιο Φως της Ανάστασης να γεννήσει στις ψυχές όλων μας αγάπη, Αλληλεγγύη και ελπίδα!


Το Πάσχα που …χάσαμε
Το Πάσχα στο χωριό ήταν όμορφο, όχι γιατί κάποιος μπορεί να το νοσταλγεί ως μέρος της οριστικά χαμένης παιδικότητας, αλλά γιατί ήταν Πάσχα της ψυχής και της βαθιάς επιθυμίας για αγώνα. Δεν είχαμε αλωθεί από την επέλαση του καταναλωτισμού. Δεν είχαμε ισοπεδωθεί από τη λατρεία της σύγχρονης θεότητας, του χρήματος… Στους βωμούς αυτής της λατρείας ηττηθήκαμε κατά κράτος! Θέλαμε να βγούμε από τη φτώχεια, αλλά όχι να μεταπέσουμε στην καθυπόταξη της ίδιας της ζωής μας, στον ευδαιμονισμό των υλικών αγαθών. Δεν υπάρχει πια αυτό το Πάσχα! Δεν άλλαξαν μόνο οι καιροί. Αλλάξαμε και εμείς. Χάσαμε την όποια αγνότητα έκρυβε ο στενός ορίζοντας του χωριού. Χάσαμε τη σεμνότητα και την ταπεινότητα, την μετριοπάθεια και την ντροπαλότητα. Τότε, όταν ένα παιδί ένιωθε συστολή και σεβασμό για κάθε άνθρωπο, το θαυμάζαμε και το χαιρόμαστε. Τώρα αυτό το παιδί θα συγκέντρωνε την απόρριψη και την ειρωνεία.
Απόσπασμα από το βιβλίο «Πάσχα στο χωριό» του Ανδρέα Σουρούνη, Εκδόσεις Καστανιώτη

Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2018

«Έφυγε» πλήρης ημερών η Θεοδουλα Διαμαντοπουλου

«Έφυγε» πλήρης ημερών η Θεοδουλα Διαμαντοπουλου 

 αφήνοντας πίσω μια μεγάλη οικογένεια 5 παιδιά 12 εγγόνια κ 14 δισέγγονα.

Ενα ποίημα του Λαπαθιώτη δημοσιεύουμε στην μνήμη της καλοσυνάτης Γιαγιάς που πάντα είχε ένα καλό λόγο για όλους τους συγχωριανούς της...τα συλλυπητήρια μας στους δικούς της.   
 Απόψε πέθανε η γιαγιά

Απόψε πέθανε η γιαγιά στο αντικρυνό το σπίτι·
ένα κερί θαμπό θαμπό στο τζάμι σιγοτρέμει, 
κλαίει με πικρό παράπονο σε μια γωνιά η ανέμη...
θα πέταξε η ψυχούλα της προς τον Αποσπερίτη…
Απόψε πέθανε η γιαγιά στο αντικρινό το σπίτι.

Κοιμήθηκε. Πόσο απαλά κοιμάται όποιος πεθαίνει!
όλα βουβάθηκαν με μιας και ντύθηκαν στα μαύρα,
μια σκιά προς τα μεσάνυχτα φτερούγησε στην αύρα…
Μην ήταν η ψυχούλα της η παραπονεμένη;
Κοιμήθηκε. Πόσο απαλά κοιμάται όποιος πεθαίνει!

Την ύστερή της την πνοή την άρπαξε το αγέρι, 
όλα τα μύρα κ’ οι δροσιές ολόγυρα της ήσαν, 
κι ήρθαν αγάλια οι άγγελοι και τη γλυκοφιλήσαν... 
Σαν κύμα, μόνο τα παιδιά ψυχομαχούν κι οι γέροι... 
Την ύστερή της την πνοή την άρπαξε το αγέρι.

Άσπρες ψυχές των συντριμμιών και των παιδιών πού πάτε;
Με τη γιαγιά, ολομόναχο, την αποκοιμισμένη,
πώς φέγγει το θαμπό κερί και τρέμει κι ανασαίνει!
Ανατριχιάζει το θαμπό κερί, σαν να φοβάται…
Άσπρες ψυχές των συντριμμιών και των παιδιών πού πάτε;

Γράφτηκε 23.12.1907 και δημοσιεύτηκε στο τ. 9 (Ιαν. 1908) της Ηγησώς.